Το μέτρο το εκλογικό
Ζούμε σε μία χώρα που σε μία πενταετία πάμε τέσσερις φορές στις κάλπες. Προεδρικές,
Ευρωεκλογές, Βουλευτικές, Δημοτικές. Κατά μέσο όρο κάθε 1,25 χρόνια έχουμε πολιτειακές εκλογές. Αφήνω έξω τις εσωκομματικές εκλογικές διαδικασίες, που μπορεί να μην αφορούν το σύνολο της κοινωνίας αλλά τα μέλη ενός εκάστου των κομμάτων, σίγουρα όμως αυξάνουν τις πολιτικές διακηρύξεις από τους πολιτικούς – υποψήφιους. Ζούμε λοιπόν σε μια χώρα που η πολιτική διεργασία αναλώνεται σε εκλογικές μάχες. Με τι μυαλό και ποια λογική οι πολιτικοί μας να κάτσουν να παράγουν πραγματική πολιτική, όταν σκέφτονται συνεχώς πως σε ένα χρόνο θα έχουν εκλογές; Με τι κότσια να συγκρουστούν με κατεστημένα και συντεχνίες, όταν ξέρουν πως στους επόμενους μήνες θα πάνε για προεκλογική επίσκεψη; Πώς περιμένουμε να καθαρίσουν οι στάβλοι του Αυγεία και να κλείσουν συνδικαλιστικά «μοναστήρια» και «βατικανά», όταν επικρατεί παντού και πάντοτε η ατάκα: Κρύψε να περάσουμε. Οι πολλές, συνεχείς και συχνές εκλογικές αναμετρήσεις είναι σίγουρα ένας παράγοντας, που διαχρονικά μείωσε τα αντανακλαστικά της πολιτικής στην Κύπρο. Ευνούχισε την αξία της και είναι ένας σημαντικός λόγος που σπάνια συναντάμε τολμηρούς πολιτικούς στον τόπο.
Το επίπεδο μιας ομάδας το ανεβάζουν οι παίκτες και όχι οι οπαδοί. Οι οπαδοί και οι φίλαθλοι θα ασχοληθούν ξανά με το άθλημα, όταν δουν την ομάδα και το πρωτάθλημα να αλλάζει επίπεδο. Στο γήπεδο όμως, όχι στις διακηρύξεις, στα πάνελ και στις κάμερες
Η μείωση των εκλογικών αναμετρήσεων θα αυξήσει σίγουρα τις πιθανότητες για πραγματική παραγωγή πολιτικής. Θα δώσει τη δυνατότητα στους πολιτικούς, ξέροντας πως η επόμενη εκλογική αναμέτρηση απέχει χρονικά, να προχωρήσουν σε αποφάσεις επώδυνες αλλά αναγκαίες για τους ψηφοφόρους τους, χωρίς να πρέπει να επικαλούνται την Τρόικα και άλλους τρίτους για την ανάγκη εφαρμογής τους. Από εκεί και πέρα βέβαια, υπάρχουν και πολλά άλλα που πρέπει να γίνουν για να φτάσουμε σε ένα υποφερτό επίπεδο πολιτικής. Πρώτα-πρώτα θα πρέπει να συζητήσουμε τον ρόλο της Βουλής που πρέπει να πάψει να είναι χώρος παραγωγής ατάκας και μαγειρείο λαϊκισμού. Υπάρχουν σήμερα αρκετές κοινοβουλευτικές επιτροπές που λειτουργούν ως λαϊκά δικαστήρια, καταδικάζοντας ερήμην, και η έγνοια των βουλευτών να είναι οι δηλώσεις τους στο αίθριο της Βουλής.
Τον λαϊκισμό στην Κυπριακή πολιτική σκηνή υποβοηθάει σαφώς και το χαμηλό εκλογικό μέτρο. Όταν για να περάσεις την πόρτα της Βουλής χρειαζόσουν το 2011 ως κόμμα, και με βάση το 1,78% ως εκλογικό μέτρο, μόλις 7.201 ψήφους, αναλογιστείτε με ποιο τρόπο πολιτεύονται οι μικροί για να διατηρήσουν αυτά τα ποσοστά. Αν θέλουμε να κάνουμε την ίδια άσκηση και στις ευρωεκλογές που είχαμε τον περασμένο μήνα, το εκλογικό μέτρο θα ήταν μόλις 4.608 ψήφους. Δεν μπορούμε ως χώρα, να είμαστε έρμαιο ανθρώπων και βουλευτών που απώτερός τους στόχος είναι η διατήρηση της έδρας τους. Αναντίλεκτα είτε είναι αντιδραστικοί, είτε λαϊκιστές μέχρι εσχάτων και με τα περιθώρια συνεννόησης και συνεργασίας με άλλους βουλευτές και κόμματα να είναι σαφώς περιορισμένα.
Το επίπεδο μιας ομάδας το ανεβάζουν οι παίκτες και ο προπονητής και όχι οι οπαδοί και οι φίλαθλοι. Οι λογικές του «Ο κάθε λαός έχει και τους πολιτικούς που του αξίζει» προσωπικά δεν με βρίσκουν σύμφωνο. Η ιστορική φράση του Δέρβη για τους ζωππόβορτους λέχθηκε πριν από εβδομήντα χρόνια, και από τότε σίγουρα έχουν αλλάξει πολλά. Οι οπαδοί και οι φίλαθλοι θα ασχοληθούν ξανά με το άθλημα, όταν δουν την ομάδα και το πρωτάθλημα να αλλάζει επίπεδο. Στο γήπεδο όμως, όχι στις διακηρύξεις, στα πάνελ και στις κάμερες. Με κουτοπονηριές και αφελείς προσεγγίσεις του τύπου «Τα αρνιά θα έρθουν στο μαντρί», φοβάμαι πως θα πέφτουμε κατηγορία κάθε χρόνο. Σε μία κοινωνία που αλλάζει θα πρέπει να αλλάξει και να εκσυγχρονιστεί και ο εκλογικός νόμος. Η σύμπτυξη εκλογών, η αλλαγή του εκλογικού μέτρου, η οριζόντια εκλογή βουλευτών επικρατείας είναι σίγουρα μέρος αυτής της λογικής. Είναι αρκετά; Προφανώς και όχι. Είναι όμως μια καλή αρχή για να κάνουμε και τα επόμενα βήματα.